Αρχική Σελίδα | Βιβλίο επισκεπτών | Στείλτε τα σχόλιά σας| Επικοινωνία  

    Η ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ

 ΚΑΡΥΩΤΕΣ

  ΕΘΙΜΑ

  ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ

  ΣΤΟΛΕΣ

  ΧΟΡΟΙ

 ΠΟΝΤΙΟΙ

ΕΝΤΟΠΙΟΙ
 ΓΛΩΣΣΑΡΙ



Χοροί

Τσέστος

Τριπόδης

Συγκαθιστός

Καστρινός

Μπαϊντούσκα

 Σουντρίς

Σουναράδικος

Σουφλιουτούδα

Ράϊκος

Τραγούδια

Ο Θάνατος του Γιαννάκη  (καστρινός

Έλα Μαρία

Στέργιος

(Ζωναράδικος)

(Ζωναράδικος)

(Ζωναράδικος)

Συγκαθιστός

 
 

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ

 Ο Θάνατος του Γιαννάκη  (καστρινός)

 

Κάτω στις βρυσούλες στα κρύα νερά,

σκοτώνουν το Γιαννάκη τον μοναχογιό.

Τούρκοι τον παραστέκουν κι οι Ρωμιοί τον κλαιν,

και τρία κουριτσάκια τον μοιρολογούν.

«Γιαννάκ’ δεν έχεις μάνα, δεν έχς κι αδηρφή,

δεν έχς καλή ‘υναίκα, να ‘ρθ’ και να σε ‘δει.»

Να κι η μάνα πούρθην, να κι η αδερφή,

να κι η καλή ‘υναίκα πούρθην να τουν δει,

μη δυο παιδιά στα χέρια, το ένα στην κοιλιά.

«Δεν σ’ ήλεγα,βρε Γιάννη μ’, δεν σε αρμήνηυα,

μη Τούρκοι μη παλεύεις, Ρουμιέ, μη πολεμάς,

αυτοί ταν τρεις χιλιάδες κι συ ‘σαν μοναχός.»

 

 


(Ζωναράδικος)

Μια καλογρίτσα περπατεί στην άκρη του θαλάσσιου,

μαζώνει πέτρες στην ποδιά τς, λιθάρια στο ζωνάρι τς,

πετροβολάει τη θάλασσα, παρακαλεί και λέγει:

- Κόψ’ θάλασσα τα κύματα σ’, κάψε και τους νταλκάδις σ’,

να βγει της μάνας μ’ υ γαμπρός, της πεθεράς μ’ υ γιός,

να βγει και το πουλούδι μου, το πρώτο το στεφάνι,

που μας στεφάνωνε γαμπρός, με το δεξί το χέρι,

και τα στεφάνια πόβανεν όλο καθάριο ασήμι.

Μια καλογρίτσα περπατεί στην άκρη του θαλάσσιου,

με τα μαλλιά της ξέπλεκα, στα χέρια σταυρωμένα,

παρακαλεί τη θάλασσα, παρακαλεί και λέγει

   

(Ζωναράδικος)

Τρία κουρτσούδια μπούλιουμ, τρία κουρτσούδια

παν για ίτσια μπούλιουμ, παν για ίτσια

τα σταυρώνου μπούλιουμ, τα σταυρώνου.

Τα ρωτούσα μπούλιουμ, τα ρωτούσα.

- Καρυωτούδις είστι, Καρυωτούδις

  Ρωμιουπούλις είστι, Ρωμιουπούλις

- Καρυωτούδις είμαστι, Καρυωτούδες

  Καριωτούδις και Ρωμιοπούλις

Συγκαθιστός

Σήκω κουκουνούδα μ’ έριτι η μπάτις

δεν μπορώ μάνα μ’ δεν μπορώ με πονούν τα κόκκαλα.

Σήκω κουκουνούδα μ’ έριτι η πάπους

δεν μπορώ μάνα μ’ δεν μπορώ με πονούν τα κόκκαλα.

Σήκω κουκουνούδα μ’ έριτι η αϊγόρος

όπαλα μάνα μ’ όπαλα μ’ γιάιναν τα κόκκαλα μ’.

 

(Ζωναράδικος)

Παλικάρια μ’ ίσια - ίσια και ψηλά νο κυπαρίσσια

να μη λάχ’ κι πανρηφτείτε, όλα θα μετανοιουθείτε.

Όποιος είνι παντρημένους, περπατεί συλλογισμένος

όποιος είνι ‘ραβουνιασμένους περπετεί σα μαγεμένος

κι όποιος είνι παλικάρι περπετεί σαν του λιουντάρι.

Κρουν τα νταουλιά μωρέ Στέργιο            

κρουν και τα βιολιά.

Λάλος κάνει την πρώτη σαρδάρα                                                                            

Λάλος χορεύει μπροστά.

Ήρθε ο Στέργιος, ήρθε ο Στέργιος

Στέργιος θα πάει στα παιδιά.

Κατέβα  Στέργιο μ’ κατέβα τζάνουμ

να σε παντρέψουμε.

Δεν κατεβαίνω δεν αλλάζω

γαμπρός δε γίνομαι.

Τα σημάδια να πάτε Στέργιος της μανύφσης.

 

 

Κόρη δύο

 

Μέρκα συ η κόρη και δύο πε

κόρη μ’ εν τραγουδά.

Άι περνάει κόσμος την καλμερνάει.

Άι περνάει κόρη μ’ του τσοπανάη.

Άι περνάει κόρη μ’ την καλμερνάει.

Κι εμ την καλμερνάει και χωρατέ.

Μάνα της κόρη μ’ την λάλησε.

Ποιος είν’ κόρη μ’ συγχώρατε.

Μάνα μ’ είναι η πρώτη αγάπη μ’

Πρώτη αγάπη μ’ πρώτος ζιβδάς.

Ο ζιβδάς μάνα μ’ πολύ κακός.

 

                  Γιώργης

 

Γιώργης είναι ειν’ μαύρα μου μάτια.

Γιώργης είναι ειν’ τζαναμπέτης.

Γιώργης είναι ειν΄μπιρμπαντάκης.

Ξεγελνάει νάει μαύρα μου μάτια.

Ξεγελνάει νάει τα κορίτσια.

Τα ξεγελνάει και τα παινεύει.

Γιώργης είναι ειν’ τζαναμπέτης.

Γιώργης είναι ειν’ μπιρμπαντάκης.

Πώς τη λεν μαύρα μου μάτια

πώς τη λεν που δεν τα παίζει.

Πώς τα παίζει έξι αδέλφια.

Γιώργης είναι ειν’ τζαναμπέτης.

Γιώργης είναι ειν μπιρμπαντάκης.

 

 


Έτσι είναι μπάρμπα Κυριάκο

 

Έτσι είναι μπάρμπα μ’ Κυριάκο

ντίλι ντίλι μαυρομάτα μου.

Το αυγό θε τ’ αλωνίζω

τα τσακί τα τηγανίζω.

Σηκώνεται ταχιά ταχιά

ντίλι ντίλι μαυρομάτα μου

στο χωράφι πάει να οργώσει.

Τι είναι έτσι κάτι πάει να γίνει

ντίλι ντίλι  μαυρομάτα μου

στο ποτάμι για να γίνει

το καζάνι στο σπίτι αφήνει.

 

 

 

              Παναγιώτα

 

Ποιος είδε ήλιο το βράδυ

κι αστρί το μεσημέρι

Παναγιώτα παινεμένη.

Κι αστρί το μεσημέρι

Παναγιώτα παινεμένη.

Κόρη, κόρη θα φύγω το βράδυ.

Κι αστρί το μεσημέρι

Παναγιώτα παινεμένη.

Βάζει πανί, βάζει πανί στον αργαλιό

γρήγορα να το ξεκάνει

Παναγιώτα  παινεμένη.

Παρασκευή, Παρασκευή το κοίταζε

Σάββατο υφαίνει

Παναγιώτα παινεμένη.

           Βέργω

Τρεις μέρες μωρέ Βέργω

τρεις μέρες έχει η Πασχαλιά

κι είναι μάνα κι να ειδώ.

Όλα τα κορί μωρέ Βέργω μου

όλα τα κορίτσια χόρευαν.

Βέργω στην πόρτα κάθονταν

και με ‘κλαιγε μωρέ Βέργω μου

και με ‘κλαιγε και μέλεγε.

Πώς θα περάσει τρεια νερά

κι απ’ τα τρεια τα πέρασε

πέρα στην ξένη ρίχνονταν.

Πέρα στην ξένη μωρέ Βέργω μου

πέρα στην ξένη ρίχνονταν

το βασιλικό της ποτίζει.

 

 

 

 
 
   

©2001 1ο Δημοτικό Σχολείο Γιαννιτσών